Με αφορμή την απαγόρευση από σήμερα του καπνίσματος σε δημόσιους κλειστούς χώρους (εργασίας ή διασκέδασης – εστίασης) θα σας διηγηθούμε μια ιστορία, από την οποία ο καθένας θα εξάγει τα δικά του συμεράσματα.
Πριν δυο χρόνια ο γράφων βρέθηκε στις Βρυξέλλες για επαγγελματικούς λόγους. Σε μια πόλη όπου ακόμα και τα δωμάτια των ξενοδοχείων είναι χωρισμένα με την ένδειξη “καπνιστών” – “μη καπνιστών”. Φυσικά δεν συζητάμε για τις καφετέριες, τα εστιατόρια και τα μπαρ όπου υπήρχαν τραπέζια για καπνιστές, τα οποία όμως ήταν ελάχιστα και σε συγκεκριμένες μικρές γωνιές των καταστημάτων. Όσο για την ατμόσφαιρα, δεν θύμιζε σε τίποτα αυτή του τεκέ που επικρατεί στα αντίστοιχα μαγαζιά της Ελλάδας. Όλοι, ανεξαιρέτως εθνικότητος, σέβονταν τις απαγορεύσεις και κάπνιζαν μόνο στους χώρους όπου αυτό επιτρεπόταν.
Η ελληνική παρέα που ταξίδεψε στις Βρυξέλλες ήταν μεικτή. Άλλοι κάπνιζαν, άλλοι πάλι όχι. Σε καμία φάση του ταξιδιού όμως δεν διασπάστηκε σε καπνιστές και μη καπνίζοντες. Ορισμένες φορές κάθισαν όλοι μαζί σε τραπέζια καπνιζόντων, τα οποία όμως δεν μετέτρεψαν σε τεκέ, όπως θα γινόταν στην Ελλάδα. Και μάλιστα επέλεγαν τραπέζια κοντά σε παράθυρο, το οποίο σε τακτά διαστήματα το άνοιγαν παρά το τσουχτερό κρύο (ήταν Νοέμβριος μήνας και η θερμοκρασία λίγο κάτω από το μηδέν), προκειμένου να μην προκαλέσουν δυσφορία στους μη καπνίζοντες.
Στο ξενοδοχείο πάλι, όσοι δεν είχαν δωμάτιο καπνιστών (η αλήθεια είναι ότι έμαθαν για τον διαχωρισμό όταν ήταν πλέον αργά) σεβάστηκαν την απαγόρευση. Κανείς δεν κλείστηκε στο μπάνιο για να καπνίσει, κανείς δεν έφτιαξε αυτοσχέδιο τασάκι, αφού δεν υπήρχε κανονικό. Ασφαλώς οι απαγορεύσεις έγιναν θέμα συζήτησης στην παρέα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έγιναν θέμα ομηρικού καυγά. Σαφώς ορισμένοι ένιωσαν την έλλειψη του τσιγάρου, ευτυχώς όμως δεν είχαν ταυτόχρονα και έλλειψη παιδείας.
Ελλάδα – Βέλγιο σημειώσατε 2 Πίσω στην Ελλάδα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το θέμα τείνει να εξελιχθεί σε… εμφύλιο πόλεμο. Οι μεν καταστηματάρχες, προκειμένου να μην βάλουν το χέρι στην τσέπη για να φτιάξουν τους ειδικούς χώρους και να δουλέψουν τους εξαερισμούς όπως πρέπει (διότι καίνε πολύ ρεύμα…), λένε ότι το μέτρο είναι ανέφικτο με επιχειρήματα του στυλ “θα χάσω πελάτες”, “ο άλλος έχει πιει δυο μπουκάλια ουίσκι, πως θα του πω σβήσε το τσιγάρο, θα με καθαρίσει!”. Οι δε εργαζόμενοι καπνιστές λένε “δεν μπορώ να δουλέψω χωρίς τσιγάρο, θα τσακωθώ με τους συναδέλφους”.
Όλα αυτά φαντάζουν αστεία σε όσους έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό όπου το μέτρο ισχύει εδώ και χρόνια. Κανένα κατάστημα δεν… έκλεισε λόγω απώλειας των καπνιστών, κανένας πελάτης δεν… “καθάρισε” κανένα καταστηματάρχη και σε κανένα χώρο εργασίας δεν διασαλεύτηκε η περίφημη… εργασιακή ειρήνη. Δεν είναι μαγκιά να πεις στον σερβιτόρο, στον πελάτη ή στο συνάδελφο που θα σου επισημάνει ότι εκεί που καπνίζεις απαγορεύεται να το κάνεις “ α πάγαινε ρε!”. Γιατί πολύ απλά θα το κάνεις μια, θα το κάνεις δυο. Την τρίτη, εφόσον υπάρχει πλέον η απαγόρευση, είτε θα σε πετάξουν έξω (ο καταστηματάρχης, οι πελάτες του διπλανού τραπεζιού, οι συνάδελφοί σου, δεν έχει σημασία ποιος, θα βρεθεί κάποιος πιο τσαμπουκάς από εσένα σίγουρα), είτε θα είσαι δαχτυλοδειχτούμενος. Και την τέταρτη, προκειμένου να μην ξαναγίνεις γραφικός δεν θα καπνίσεις.
Είναι όμως ανάγκη να φτάσεις εκεί; Θέμα παιδείας είναι τελικά το να μην φλομώνεις με τον καπνό σου τον διπλανό σου, που σε πολλές περιπτώσεις είναι το ίδιο το παιδί σου.
Είναι δικαίωμά σου να καπνίζεις.
Δεν είναι δικαίωμά σου να καπνίζει εξαιτίας σου και ο διπλανός σου.
Και ένα ερώτημαΓιατί στο εξωτερικό συμπεριφερόμαστε ως Έλληνες και στο εσωτερικό ως… Ελληνάρες; Ιδού η απορία…